ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΤΣΑΤΣΗ*
Εν μέσω κατήφειας και αλληλοκατηγοριών για τα αίτια και τους υπεύθυνους της επιδημικής εξάπλωσης μας δίνεται η ευκαιρία να σταθούμε και να δούμε την σημασία και τις λεπτές αποχρώσεις της έννοιας πίσω από την πολυχρησιμοποιημένη λέξη των δικαιωμάτων. Η παρούσα συζήτηση ξεκίνησε –όσο και αν ακούγεται ασύνηθες και περίεργο- από την υγειονομική πρόβλεψη για υποχρεωτική χρήση μάσκας που θεωρήθηκε από πολλούς ως προσβολή της προσωπικής ελευθερίας.
Επίσης οι περιορισμοί στην κοινωνική συναναστροφή και στην οικονομική και επαγγελματική δραστηριότητα, θεωρούνται από μεγάλη μερίδα του πληθυσμού ως μείωση ή κατάργηση των αντίστοιχων δικαιωμάτων. Σαν να μην ήταν όλα αυτά αρκετά, τέθηκε και το θέμα της παρεμπόδισης της θρησκευτικής ελευθερίας και της απρόσκοπτης άσκησης της λατρείας.
Πίσω λοιπόν από κάθε ελευθερία υπάρχει και το αντίστοιχο δικαίωμα ανεμπόδιστης και κατά βούληση άσκησή της, όπως υπάρχει παράλληλα και το δικαίωμα προστασίας από καταχρηστική άσκηση δικαιοδοσίας ή ελευθεριών από τους άλλους, του κράτους και της κοινωνίας συμπεριλαμβανομένων.
Τα δικαιώματα είναι μια έννοια που μας πηγαίνει αρκετούς αιώνες πίσω, σαν λέξη όμως είναι σε όλες γλώσσες κάτι σχετικά πρόσφατh. Ξεκίνησαν σαν διακριτή και εξειδικευμένη έννοια στην Αναγέννηση, πήραν την σημερινή υπόσταση τους την εποχή του Διαφωτισμού και γνώρισαν μια σχεδόν εκρηκτική ανάπτυξη και πολυσχιδή διαφοροποίηση τις τελευταίες δεκαετίες. Θα παραθέσω για παράδειγμα τους δόκιμους όρους των ανθρώπινων και των πολιτικών δικαιωμάτων. Σε αυτήν την καθιερωμένη και γενικά αποδεκτή κατηγορία έχουν παρεισφρήσει τελευταία και τα λεγόμενα σύγχρονα δικαιώματα πχ το δικαίωμα στον καθαρό αέρα, στον ηλιασμό (πρόσβαση στον ηλιακό φωτισμό), στην εργασία και στην ελεύθερη περιπλάνηση.
Στην σημερινή συγκυρία και με αφορμή το πρόβλημα της επιδημίας γεννάται το ερώτημα μέχρι ποίου βαθμού μπορεί μια νόμιμη εξουσία να περιορίζει ή να αναστέλλει έστω και προσωρινά την άσκηση κάποιων δικαιωμάτων όπως είναι αυτά κατανοητά από τους πολίτες. Στην αντίληψη των περισσοτέρων η απάντηση είναι δύσκολη και ίσως υποκειμενική κατά τον τρόπο που ο καθένας μας αντιλαμβάνεται τις σχέσεις ανάμεσα στο άτομο στην κοινωνία και την εξουσία.
Για τις κοινωνίες του Δυτικού κόσμου που είναι κατά βάση ατομοκεντρικές και αναγνωρίζουν ως κύριο σκοπό της ύπαρξής τους την διευκόλυνση των μελών τους στην επιδίωξη της ευτυχίας, τα δικαιώματα οριοθετούν το προστατευμένο χώρο εντός του οποίου το άτομο μπορεί να αναπτύξει την προσωπικότητα του και ταυτόχρονα δρουν ως πολλαπλασιαστές που ενδυναμώνουν την αυτόνομη παρουσία του.
Από μια διαφορετική οπτική γωνία αποτελούν εγγυήσεις και υπόσχεση της κυρίαρχης πλειοψηφίας προς τις μειοψηφίες ότι η αξιοπρέπεια, η ισότητα και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους θα γίνουν σεβαστά. Η επίκληση ενός δικαιώματος καθιερωμένου και γενικά αναγνωρισμένου ή εντελώς υποκειμενικού και νέου στην σύλληψη και στην σημασία του χρησιμοποιείται συνήθως για να υπογραμμίσει την ηθική υποχρέωση για αντίσταση σε αυταρχικές πρακτικές μιας κατά τ’ άλλα νόμιμης εξουσίας.
Σε μια παράξενη αντίθεση, οι εκπρόσωποι των παραδοσιακών κοινωνιών περιγράφουν τα δικαιώματα ως τμήμα των μηχανισμών που προωθούν την ιδεολογική δέσμη της παγκοσμιοποίησης. Τα δικαιώματα δηλαδή, στις πλέον ασυνήθιστες ή ακραίες εκφάνσεις τους και η συνεχής επίκλησή τους, θεωρούνται σαν ο πολιορκητικός κριός που χρησιμοποιεί ο δυτικός κόσμος για να προκαλέσει την καταστροφή των παραδοσιακών θεσμών τους, με στόχο την πολιτιστική τους ισοπέδωση.
Στην χώρα μας που ισορροπεί με δυσκολία ανάμεσα στις σύγχρονες αντιλήψεις και στις παραδοσιακές επιβιώσεις, ομάδες με εμπεδωμένα συμφέροντα και σαφή αντίληψη για την προνομιούχο θέση τους καταφεύγουν στην επίκληση των κατοχυρωμένων δικαιωμάτων τους για να εναντιωθούν σε κάθε μεταρρυθμιστική προσπάθεια. Άλλες οργανωμένες ομάδες με ξεχωριστά χαρακτηριστικά που τους διαφοροποιούν εμφανώς από το υπόλοιπο κοινωνικό σώμα, χρησιμοποιούν παρόμοια επιχειρηματολογία. Μέσα από τις ρωγμές που δημιουργούν στην κρατούσα κοινωνική ιδεολογία προσπαθούν να λάβουν την αναγνώριση της διαφορετικότητάς τους και την ενσωμάτωσής τους σε ένα ελαφρά μεταλλαγμένο σύνολο.
Η αντίθεση λοιπόν στην προσπάθεια των υγειονομικών αρχών να επιβάλλουν αρχικά την χρήση της μάσκας και στην συνέχεια και άλλα περιοριστικά μέτρα ξεσήκωσε σειρά από θορυβώδεις αντιδράσεις ή σιωπηρές αντιστάσεις. Είναι παράξενο πόσοι θεωρητικοί μηχανισμοί χρειάζονται να επιστρατευθούν για να εξηγηθούν οι αντιδράσεις αυτές. Αυτοί που αρέσκονται σε ερμηνείες που ανήκουν στην περιοχή της ψυχολογίας θεωρούν ότι πρόκειται για τυπική περίπτωση άρνησης της πραγματικότητας. Κάτι δηλαδή αναμενόμενο που εμφανίζεται συχνά σε περιόδους πιεστικών δυσκολιών ή εξωγενών καταστροφών.
Δεν είναι λιγότεροι αυτοί που πιστεύουν ότι η αντίδραση είναι προσχηματική. Καλύπτει την προσπάθεια επαγγελματικών τάξεων και ομάδων που απειλούνται με οικονομικό στραγγαλισμό από τα περιοριστικά μέτρα, να επιβιώσουν ή να διατηρήσουν την θέση τους στον καταμερισμό του πλούτου. Αλλά και ομάδες με διαφορετικό τρόπο ζωής και σκέψης, είτε πρόκειται για θρησκευόμενους ή κοινωνικά συντηρητικούς, είτε για ομάδες με ριζοσπαστικές πολιτικές και κοινωνικές αντιλήψεις επικαλούνται την παραβίαση των προσωπικών δικαιωμάτων και ελευθεριών με την πλέον ακραία και περίεργη για τους πολλούς επιχειρηματολογία.
Ενδεχομένως πρόκειται για μια προσπάθεια να τονισθεί ή ιδεολογική ταυτότητα και διαφοροποίηση τους, πέρα από την οικονομική (ταξική) ομαδοποίηση των στατιστικών αναλύσεων. Έρχεται λοιπόν και πάλι στην επιφάνεια το παλαιό ερώτημα, τι έχει μεγαλύτερη βαρύτητα και σημασία, η αυτόνομη παρουσία του κάθε ανθρώπου χωριστά, η εκείνου του συνόλου εντός του οποίου όλοι μας κινούμαστε, συγχρωτιζόμαστε και επιδιώκουμε την ευτυχία, ο καθένας με τον δικό του ιδιαίτερο τρόπο.
Οι απαντήσεις στο δίλλημα αυτό είναι πολλές, διότι αφ΄ ενός μεν ο κάθε αναλυτής χρησιμοποιεί όλες τις αποχρώσεις που προσφέρει η συλλογιστική τεχνική, αφ΄ ετέρου δε επειδή τα χρησιμοποιούμενα κριτήρια αναλύσεως χαρακτηρίζουν από μόνα τους την κάθε ιστορική περίοδο της ανθρωπότητας. Επίσης ο τρόπος που οι κοινωνίες απαντούν στις προκλήσεις του εξωτερικού περιβάλλοντος είναι κάθε φορά διαφορετικός και ιδιαίτερος. Επίσης επηρεάζονται από την μεθοδολογία που κάθε χώρα επιλέγει για να επιλύει τα προβλήματα που δημιουργούνται στο εσωτερικό της από τις οικονομικές αλλαγές και από την τεχνολογική πρόοδο.
Κάθε κοινωνίας προσπαθεί να προσαρμοστεί και να επιβιώσει των δυσκολιών. Επιλέγει λοιπόν συνειδητά ή ακούσια τι πρέπει να υιοθετήσει και τι να αφήσει πίσω της. Άλλοι τα καταφέρνουν και γυρίζουν σελίδα ή ακολουθούν έστω και ασθμαίνοντας. Άλλοι, σαν ουραγοί, μπαίνουν οριστικά στο κεφάλαιο του παρελθόντος. Ας κοιτάξουμε γύρω μας για να δούμε ποιοι τα καταφέρνουν καλύτερα στην παρούσα συγκυρία. Αυτοί θα είναι πιθανότατα και οι πρωταγωνιστές στα χρόνια που έρχονται. Αυτό μπορεί να είναι και η αφορμή για μια άλλη συζήτηση.
*Ο Ν. Τσάτσης είναι Νευροχειρουργός -Νευροεπιστήμων και πρώην Δημοτικός Σύμβουλος Αχαρνών
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου