Γράφει ο Σωτήρης Λ. Δημητρίου
«Σούλι-Πηγάδια
Κάθισα λίγο να δουν τα μάτια της ψυχής μου τους ήρωες, να αναπνεύσω από τον καθάριο αέρα ηρώων. Να κοιτάξω πίσω και να μαζέψω κομμάτια της ιστορίας, να μαζέψω ό,τι απόμεινε, ό,τι χωράει η ψυχή του ανθρώπου. Να μαζέψω μια χούφτα λεύτερου αέρα που 'μεινε -αν έμεινε- να τον κρατήσω μέσα μου, να πετάξω, προτού λείψει από της καθημερινότητας τα μικρά που βρήκαν την ιερή γη.
Και να πάω…μα εδώ θα είμαι!»
~Σωτήρης Λ. Δημητρίου~
Το Σούλι ως έννοια πνευματική
Οι Σουλιώτες άνεμος της ελευθερίας, μια καταιγίδα που ξεκίνησε από κάποια θεσπρωτικά βουνά και φούντωσε, πριν τους προλάβουν τα γεγονότα και η οργάνωση των Φιλικών και των Οργανώσεων.
Αυτοδημιουργούσαν στην διοίκηση, όντας «πατριαρχικές φαμίλιες», υπάκουαν στους γεροντότερους, ήταν υπερήφανοι, σεβόντουσαν όποιους έπρεπε και απαιτούσαν σεβασμό. Ανέβηκαν εκεί πάνω διότι δεν ήθελαν πόλεμο. Ήθελαν ησυχία και ανάπαυλα από πολέμους και ειρήνη… (μπαρίς) για αυτό και ήταν πάντοτε έτοιμοι για τον πόλεμο.
Πολύ μελάνη έπεσε επάνω σε χαρτιά για να περιγράψουν τον τρόπο ζωής και επιβίωσης, της παλικαριάς, της μαχητικότητας τους και του αξιόμαχου, της μπέσας και της λεβεντιάς. Συκοφαντήθηκαν για προδοσία, ακόμη και λοιδορήθηκαν, από καλαμαράδες σύγχρονούς τους ακόμη και σύγχρονούς μας ίσως.
Μπεσαλήδες και ειλικρινείς πλην αγράμματοι καθώς ήσαν, ξεγελιόντουσαν εύκολα, από εχθρούς και «φίλους».
Καλαμαράδες πηγαινοέρχονταν από την αυλή του Αλί, στα Σουλιώτικα βουνά. Τους διαμέλισαν σε φατρίες και τους έκαναν να είναι καχύποπτοι μεταξύ τους. Και οι καλαμαράδες όλο έταζαν είτε κατ’ εντολή Αλί πασάδων είτε αφ’ εαυτού των προς ίδιον όφελος ή προς όφελος σκοτεινών εντολέων τους. Και η πέννα, πολλές φορές πιο θανατηφόρα κι απ’ το βόλι…
Η ιστορία έγινε λάστιχο και τεντώθηκε κατά το δοκούν και συνεχίζει! Προσπαθεί ακόμη η ριμάδα να θολώνει την αλήθεια. Να γίνεται επιεικής με καιροσκόπους, ψεύτες κι απατεώνες, λιβελογράφους και να κατακεραυνώνει ήρωες.
Όλοι θέλουν να έχουν μία ελάχιστη έστω κοινή ρίζα με το γένος των ηρώων, αλλά πλείστοι, τους αρνούνται την πραγματική καταγωγή. Χρησιμοποιήθηκε ακόμη και η «λαϊκή μούσα» να βάζει Σουλιώτισσες να συνθέτουν και να χορεύουν …καλαματιανό. Χρησιμοποιήθηκαν ποιήματα για να δώσουν άλλοθι στο γένος των Σουλιωτών κατά πώς ήθελαν κάποιοι ψευδεπίγραφοι και συνεχίζεται ακόμη. Και οι Σουλιώτες, οι αγράμματοι, έντιμοι, μαχητικότατοι και τίμιοι, αφού δεν ήξεραν γράμματα για να διαβάσουν ή να γράψουν την ιστορία, την δημιουργούσαν, με το γιαταγάνι και το καριοφίλι, όπου είχε ανάγκη η πατρίδα τους το Σούλι, αλλά και η μεγάλη πατρίδα.
Γελάστηκαν πολλές φορές και όλοι τους οι καπεταναίοι. Γελάστηκαν, δεν πρόδωσαν. Ανάθεμα σε όσους έγραψαν πως Σουλιώτες ήσαν προδότες, διότι κάποιοι τους, ήσαν οι ίδιοι προδότες και δεν ήσαν οι Σουλιώτες.
Γκρίνιαζαν και μάλωναν μεταξύ τους οι Σουλιώτες, ναι, αλλά ποια οικογένεια δεν γκρινιάζει; Πόσο μάλλον όταν είναι τόσο μεγάλη οικογένεια όπως οι Σουλιώτες. Σουλιώτες λογίζονταν και οι οικισμοί της Σαμονίβας, της Κιάφας και του Αβαρίκου.
Οι Σουλιώτες έφυγαν και ξεκληρίστηκαν φαμίλιες, σκόρπισαν παντού κι έμειναν λίγοι… ελάχιστοι.
Το Σούλι έγινε άστρο φωτεινό των μετά, επαναστατημένων σε όλη την Ελλάδα και θέριεψε η ιστορία του και μαθεύτηκε παντού, με όλα τα λάθη και κακογραμμένα. Παραμένει σαν φάρος η ιδέα! Η ιδέα της ελεύθερης ζωής, της ελεύθερης σκέψης, η αγάπη στην αλήθεια του ανθρώπου. Το Σούλι μένει εκεί σαν τόπος – φάρος διδαχής και παραδειγματισμού. Σημείο εννοιών και αξιών, πνεύματος και ήθους υψηλού και μεγαλείου και θυσίας προς την ελευθερία που κερδίζεται ή που χάνεται!
Δυστυχώς όλο και κάποιοι θέλουν και καρπώνονται πάντα τους αγώνες των άλλων και αλλοιώνουν την ιστορία κατά το δοκούν, ανερυθρίαστα.
Τώρα πια δεν υπάρχει μόνο το καλαμάρι, αλλά και το μικρόφωνο.
Κι εμείς σαν λαός δεν μας μένει, παρά να προσέχουμε τι διαβάζουμε και να φιλτράρουμε ό,τι ακούμε.
Οι Σουλιώτες δεν ντράπηκαν ποτέ για την καταγωγή τους, δεν μίσησαν ποτέ κανέναν για την δική του καταγωγή. Τα έβαλαν με όλους τους εχθρούς της πατρίδας και δεν μπορεί ποτέ κανένας να καπηλευτεί ό,τι αυτοί πρέσβευαν κι ας τους παραποίησαν την ιστορία. Η Ιστορία έρχεται και τους κάνει όλους αυτούς προσκυνητές της! Και γελάει η ιστορία όταν τους βλέπει και τους ακούει να βαυκαλίζονται με την παραποίησή της.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου